Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009

Τα Χριστούγεννα από τον Παπαδιαμάντη

Ἐὰν τὸ Πάσχα εἶναι ἡ λαμπρότατη τοῦ Χριστιανισμοῦ ἑορτή, τὰ Χριστούγεννα βεβαίως εἶναι ἡ γλυκύτατη καὶ συγκινητικωτάτη, καὶ διὰ τοῦτο ἀνέκαθεν ἐθεωρήθη ὡς οἰκογενειακὴ κατ’ ἐξοχὴν ἑορτή.
Ἐν τῇ Ἑσπερίᾳ δὲ τὰ κατ’ αὐτὴν ἀνεπτύχθησαν καὶ διετυπώθησαν ὄντως, ὥστε προσέλαβεν ἰδιόρρυθμον τίνα τύπον, καὶ ἤθη, ἔθιμα καὶ παραδόσεις ἰδιαίτεραι πρὸς αὐτὴν συνεκροτήθησαν καὶ ἐπ’ αὐτῆς ἀντεπέδρασαν.
Ὁλόκληρον φιλολογίαν ἀποτελούσι τὰ λεγόμενα Contes de Noel, τὰ Χριστουγεννιάτικα δήλ. παραμύθια, ὧν τίνα ἐξόχων συγγραφέων ἔργα εἶναι ὡραιότατα, βιβλιοθήκην δὲ ὁλόκληρον δύνανται νὰ γεμίσωσι τὰ κατ' ἔτος ἐκδιδόμενα Christmas Numbers, τὰ ἔκτακτα δήλ. φυλλάδια τῶν εἰκονογραφημένων περιοδικῶν τὰ δημοσιευόμενα ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων, μετὰ καλῶν εἰκόνων καὶ ποικιλωτάτης τερπνῆς ὓλης.
Οὐδὲν δὲ ἄπορον ἂν ἐν τῇ Δύσει ἰδίως ἀνεπτύχθη ἡ ἑορτὴ αὔτη, διότι ἐκ τῆς Δύσεως ἔχει ἂν ὄχι τὴν ἀρχήν, τουλάχιστον τὴν τάξιν καὶ τὴν σύστασιν.
Γνωστὸν ὅτι πρῶτος ὁ θεῖος Χρυσόστομος, «ἐλθόντων τινῶν ἀπὸ τῆς Δύσεως καὶ ἀπαγγειλάντων», ἐκανόνισε τὴν ἑορτὴν ταύτην ἐν τῇ Ἀνατολικῇ Ἐκκλησίᾳ, ὄτε, κατ’ αὐτὸν τὸν μήνα Δεκέμβριον τῇ ιε', ἐχειροτονήθη πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, περὶ τὰ τέλη τοῦ δ' αἰῶνος.
Διότι, φαίνεται, ἕως τότε ἐπεκράτει σύγχυσις, καὶ ἐωρτάζετο μὲν κατὰ τόπους ἡ Χριστοῦ Γέννησις, ἀλλ’ ἐτέλουν τὴν ἑορτὴν ἄλλοι ἄλλοτε καὶ δὲν συνεφώνουν περὶ τῆς ἡμέρας. Ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία εἶχεν ὁρίσει ἀπ’ ἀρχῆς τὴν κε' τοῦ Δεκεμβρίου καὶ τὴν ἡμέραν ταύτην ἔταξεν ἐν τῇ Ἀνατολῇ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.
Οὒχ ἧττον ὅμως ἡ Χριστοῦ Γέννησις ἐτιμάτο ἔκπαλαι ἐν τῇ Ἀνατολικῇ Ἐκκλησίᾳ, οἱ μέγιστοι δὲ τῶν Πατέρων, οἵτινες ἔζησαν κατὰ τὴν Δ' ἑκατονταετηρίδα, τὸν χρυσοῦν ἐκεῖνον αἰώνα τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, ὧν πολλοὶ εἶναι κατὰ τί ἀρχαιότεροί του Χρυσορρήμονος διδασκάλου, συνέθεσαν πανηγυρικοὺς καὶ ἐγκωμιαστικοὺς λόγους πρὸς τιμὴν τῆς ἡμέρας. Τὸ δημοτικώτατον ἐκεῖνο ᾄσμα, τὸ «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε, Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε, Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε», εἶναι κατὰ λέξιν ἠρανισμένον ἐκ τοῦ πανηγυρικοῦ του ἱεροῦ Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ, τοῦ καὶ Θεολόγου ἐπικαλουμένου. Ἐκ πανηγυρικοῦ λόγου ἐλήφθη ἐπίσης καὶ τὸ ἐξαποστειλάριον τῆς ἑορτῆς. «Ἐπεσκέψατο ἠμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἠμῶν, ἀνατολὴ ἀνατολῶν...» Ἡ τελευταία αὐτὴ φράσις, ἔχει τὸ προνόμιον, ὡς ἤκουσα, νὰ ἐμπνέη μέγαν ἐνθουσιασμὸν εἰς τοὺς ἀτυχήσαντας μὲν περὶ τὴν γλώσσαν, Ἕλληνας δὲ τὴν καρδίαν καὶ τὸ φρόνημα ἀδελφοὺς ἠμῶν τῆς Καισαρείας καὶ Καππαδοκίας, εὐλόγως καυχωμένους καὶ λέγοντας ὅτι «ἐξ Ἀνατολῆς τὸ φῶς».
Ἐπειδὴ δὲ περὶ πανηγύρεων καὶ ἐγκωμίων ὁ λόγος, δὲν δύναμαι νὰ λησμονήσω τοὺς προσφιλεῖς μοὶ ἀσματογράφους, καὶ νὰ μὴ ἀποτείνω τὸν φόρον τοῦ θαυμασμοῦ μου εἰς πάντας μὲν τοὺς ποιητᾶς τῶν διαφόρων τῆς ἑορτῆς ὕμνων, ἀλλ’ ἰδίως εἰς τοὺς συνθέτας τῶν δυὸ αὐτῆς Κανόνων, τὸν ἱερόν, λέγω, Κοσμᾶν, ποιητὴν τοῦ ἀ’ Κανόνος, οὐ ἡ ἀρχὴ «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε...», καὶ τὸν πολὺν Ἰωάννην τὸν Δαμασκηνόν, ποιητὴν τοῦ β' Κανόνος, οὐ ἡ ἀρχὴ «Ἔσωσε λαόν...». Ὁ β' οὗτος Κανών, συγκείμενος ὅλος ἐκ δωδεκασυλλάβων ἰαμβικῶν στίχων (καθότι τὸ μέλος δὲν ἐπιτρέπει τρίβραχυν οὐδ’ ἀνάπαιστον ἐν οὐδεμίᾳ τῶν διποδιῶν χώρα), ἔχει ὡς ἀκροστιχίδα τὸ ἤρωοελεγειον τοῦτο ἐπίγραμμα:
Ἐνείπης μελέεσσιν ἐφύμνια ταῦτα λιγαίνει
Υἵα Θεοῦ, μερόπων εἵνεκα τικτόμενον
Ἐν χθονί, καὶ λύοντα πολύστονα πήματα κόσμου
Ἀλλ’ ἀνά, ῥητήρας ῥύεο τῶνδε πόνων.
Ἕν μόνον ᾆσμα θὰ παραθέσω ἐκ τοῦ ἰαμβικοὺ τούτου Κανόνος ὡς δεῖγμα τοῦ ὅλου: Λύμην φυγοῦσα τοῦ θεούσθαι τῇ πλάνῃ, Ἄλητον ὑμνεῖ τὸν κενούμενον Λόγον Νεανικῶς ἅπασα σὺν τρόμῳ κτίσις, Ἄδοξον εὖχος δειματουμένη φέρειν,
Ῥευστὴ γεγώσα, κἀν σοφὼς ἐκαρτὲρει.

Καὶ ἐκ τοῦ πρώτου Κανόνος παραθέτω ἐπίσης τρία κατὰ σειρὰν τροπάρια της η’ ᾠδῆς. Καὶ τὰ τρία ἀναφέρονται εἰς τὴν προσκύνησιν τῶν Μάγων, ἀλλ’ ἐν μὲν τῷ α' καὶ γ' εὐφυῶς ἀντιπαραβάλλεται αὔτη πρὸς τὴν αἰχμαλωσίαν Βαβυλῶνος, ἐν δὲ τῷ β' γίνεται εὔγλωττος ὑπαινιγμὸς εἰς τὸν ψαλμὸν «Ἐπὶ τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν...». Τὰ τρία τροπάρια ἔχουσιν ὡς ἑξῆς :
Ἕλκει Βαβυλῶνος ἡ θυγάτηρ παῖδας δορικτήτους Δαυΐδ, ἐκ Σιὼν ἐν αὐτῇ, δωροφόρους πέμπει δὲ μάγους παῖδας, τήν του Δαυΐδ θεοδόχον θυγατέρα λιτανεύσοντας, διὸ ἀνυμνοῦντες ἀναμέλψωμεν, εὐλογεῖται ἡ κτίσις πᾶσα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψούτω, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
Ὄργανα παρέκλινε τὸ πένθος ᾠδῆς, οὐ γὰρ ᾖδον ἐν νόθοις οἱ παῖδες Σιών. Βαβυλῶνος, λύει δὲ πλάνην πᾶσαν καὶ μουσικῶν ἁρμονίαν, Βηθλεὲμ ἐξανατείλας Χριστός, δι’ ὁ ἀνυμνοῦντες, κτλ.
Σκύλα Βαβυλὼν τῆς βασιλίδος Σιὼν καὶ δορίκτητον ὄλβον ἐδέξατο, θησαυροὺς Χριστὸς ἐκ Σιὼν δὲ ταύτης καὶ βασιλεῖς, σὺν ἀστέρι ὁδηγῷ ἀστροπολούντας ἕλκει, κτλ.κτλ.
Καὶ κατὰ τὴν ἔννοιαν καὶ κατὰ τὴν γλώσσαν τὰ ἀνωτέρω παρατεθέντα ἀποσπάσματα, ἀδιστάκτως φρονῶ, ὅτι εἶναι ἐκ τῶν ὡραιοτέρων λεκτικῶν καλλιτεχνημάτων πάσης ἐποχῆς, καὶ τὸ λέγω χάριν ἐκείνων ἐκ τῶν ἡμετέρων, ὅσοι ἐκ προκαταλήψεως νομίζουσιν ὅτι δὲν ἐγράφοντο Ἑλληνικά, κατὰ τὸν Ζ' καὶ Η' αἰώνα, ὑποθέτοντες καλοκαγάθως, ὅτι τὰ παρ’ ἠμῶν τῶν σημερινῶν γραφόμενα εἶναι Ἑλληνικά, καὶ ὅτι θ’ ἀναγνωσθώσι ποτὲ ὡς Ἑλληνικὰ ὑπὸ τῶν ἐπιγιγνομένων.

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ

Κείμενα Χριστουγέννων


Τί σοὶ προσενέγκωμεν Χριστέ, ὅτι ὤφθης ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος δι᾿ ἡμᾶς; ἕκαστον γὰρ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων, τὴν εὐχαριστίαν σοι προσάγει· οἱ Ἄγγελοι τὸν ὕμνον· οἱ οὐρανοὶ τὸν Ἀστέρα· οἱ Μάγοι τὰ δῶρα· οἱ Ποιμένες τὸ θαῦμα· ἡ γῆ τὸ σπήλαιον· ἡ ἔρημος τὴν φάτνην· ἡμεῖς δὲ Μητέρα Παρθένον. Ὁ πρὸ αἰώνων Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
(Ἰδιόμελον Χριστουγέννων, Ἦχος β´.)

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

Μανόλη Αναγνωστάκη, Επιτύμβιον

Επιτύμβιον

Πέθανες- κι έγινες και συ: ο καλός,
O λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.
Tριάντα έξη στέφανα σε συνοδέψανε, τρεις λόγοι
αντιπροέδρων,
Eφτά ψηφίσματα για τις υπέροχες υπηρεσίες που
προσέφερες.

A, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο τόξερα τί κάθαρμα ήσουν,
Tί κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα
Kοιμού εν ειρήνη, δεν θα 'ρθώ την ησυχία σου να ταράξω.
(Eγώ, μια ολόκληρη ζωή μες στη σιωπή θα την εξαγοράσω
Πολύ ακριβά κι όχι με τίμημα το θλιβερό σου το σαρκίο.)
Kοιμού εν ειρήνη. Ως ήσουν πάντα στη ζωή: ο καλός,
O λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.

Δε θά 'σαι ο πρώτος ούτε δα κι ο τελευταίος.

(από το "Όμως γιατί ξαναγυρίζουμε κάθε φορά χωρίς σκοπό στον ίδιο τόπο", Αθήνα, Eρμής 2000. Επίσης στο βιβλίο: Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Γ΄Λυκείου, μάθημα γενικής Παιδείας.
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης γεννήθηκε το 1925 και πέθανε το 2005.

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

Κωνσταντίνος Καβάφης και τα Μάρμαρα του Παρθενώνα


[Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γράφει και σχολιάζει το ζήτημα της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα, των λεγόμενων «Ελγινείων Μαρμάρων». Το σκίτσο είναι έργο φιλοτεχνημένο από τον Παναγιώτη Τέτση].

«ΤΑ ΕΛΓΙΝΕΙΑ ΜΑΡΜΑΡΑ»
«Σπουδαίον περιοδικόν της Αγγλίας, «Ο 19ος Αιών», δημοσίευσε την 1ην Μαρτίου άρθρον γραφόμενον «Ο Αστεϊσμός περί των Ελγινείων μαρμάρων».
Οι φιλόμουσοι και φιλάρχαιοι αναγνώσται θα ενθυμώνται το κίνημα όπερ εγένετο τελευταίως εν Αγγλία ίνα αποδοθώσιν εις την Ελλάδα αι αρχαιότητες ας προ 80 ετών ο λόρδος Έλγιν, πρέσβυς της Αγγλίας παρά την Υ.Πύλη, ήπαρσεν - ίνα τας προφυλάξη δήθεν - εκ της Ακροπόλεως.
Ο λόγιος κ. Φρειδερίκος Χάρισσον θερμώς υποστήριξε το κίνημα , έγραψε δε εν τω «19ω Αιώνι» το περίφημόν του άρθρον «Απόδοτε τα Ελγίνεια Μάρμαρα».
Την απάντησιν εις το άρθρον αυτό γράφει ο Διευθυντής του περιοδικού, ισχυριζόμενος ότι ο κ. Χάρισσον πραγματευθείς περί της επιστροφής των Ελγινείων μαρμάρων ηστεϊζετο απλώς, και κατέγινε περί το δοκιμάσαι την διορατικότητα του πνεύματος των συμπολιτών του - εάν τάχα θα ήναι αρκετά έξυπνοι να εννοήσουν την ειρωνείαν του. Άλλως ηθέλησεν επίσης να περιπαίξη την συνήθειαν διαφόρων συγχρόνων ρητόρων οίτινες επινοούσι θέματα της ευφράδειας των, ζητούσι να αποδείξωσι παραδοξολογίας και χιμαίρας.
Ούτω κρίνει ο κ. Τζαίμης Νώουλς , διευθυντής του περιοδικού «Ο 19ος Αιών». Μοι φαίνεται όμως ότι ο παραδοξολογών είναι μάλλον αυτός ή ο κ. Χάρισσον.
Το άρθρον του ουδέ λογικόν είναι, ουδέ γενναίον. Είναι τόσον ξηρόν κατά το ύφος, έχει τοιαύτην πληθώραν πτωχής ή μάλλον, ανόστου ειρωνείας ,ώστε πιστεύω ότι μόνον οι Έλληνες, τους οποίους αφορά αμέσως το ζήτημα, θα έχωσι την υπομονήν να το αναγνώσωσιν ίνα σωθώσιν αι αμαρτίαι των.

Εν τη εξάψει του ο κ. Νώουλς τι δεν λέγει!

Εκθειάζει του Έλγιν την αρπαγήν. Μυκτηρίζει τον Βύρωνα. Σχετίζει την ευτελή υπεξαίρεσιν των μαρμάρων, προς τα ένδοξα τρόπαια του Νέλσωνος. Φρονεί ότι εάν επιστραφώσιν αι αρχαιότητες αύται, πρέπει ν'αποδοθώσιν επίσης η Γιβραλτάρη, η Μελίτη, η Κύπρος, η Ινδική - λησμονών ότι η κατοχή των χωρών εκείνων λογίζεται αναγκαία εις το Αγγλικόν κράτους, ενώ τα Ελγίνεια μάρμαρα εις ουδέν χρησιμεύουσιν άλλο ή εις τον ωραϊσμόν και πλουτισμόν του και άνευ αυτών ωραιοτάτου και πλουσιωτάτου Βρεττανικού Μουσείου. Ψέγει του κ. Χάρισσον την ορθοτάτην παρατήρησιν, ότι το κλίμα του Λονδίνου φθείρει τας γλυφάς των μαρμάρων και εκφράζει τον φόβον μη εάν μετακομισθώσιν εις Αθήνας καταστραφώσιν εν ενδεχόμενη αναφλέξει του Ανατολικού ζητήματος - λησμονών ότι ο φρόνιμος άνθρωπος οφείλει να διορθώνη το ενέστος κακόν πριν φροντίσει περί του μέλλοντος.
Δεν φαίνεται να δίδη πολλήν σπουδαιότητα εις τα δικαιώματα άτινα έχει των μαρμάρων «ο αναμεμιγμένος μικρός πληθυσμός όστις σήμερον κατοικεί επί των ερειπίων της Αρχαίας Ελλάδος» και υποθέτω ευρίσκει τα δικαιώματα του λόρδου Έλγιν και εαυτού μεγαλείτερα. Παρατηρεί ότι, αν ηκολουθείτο η συμβουλή του κ. Χάρισσον και απεδίδοντο αι περί ου ο λόγος αρχαιότητες εις την Ελλάδα, τις οίδεν εάν καμμία εκ των ολιγοβιών κυβερνήσεών της δεν θα τας επώλει αντί εκατομμυρίου λίρες στερλίνες εις την Γερμανίαν, ή αντί δύο εις την Αμερικήν ή χειρότερα, εάν δεν θα τας επώλει λιανικώς, εις ένα έκαστον ολίγας.
Ταύτα είναι ύβρις αδικαιολόγητος και εμφαίνουσα πολλήν ελαφρότητα εις την οποίαν η αρμόζουσα απάντησις θα ήτο - Είμεθα Κύριοι να διαθέσωμεν ως θέλομεν τα ημέτερα.
Αλλ' ας διαφωτισθή η άγνοια του ανδρός και ας μάθη ότι μέχρι τούδε αι ελληνικαί κυβερνήσεις, ολιγόβιοι ή μακρόβιοι, επεδείξαντο πολλήν ευλάβειαν και φροντίδα προς τα αρχαία μνημεία, ότι διάφορα μουσεία συνεστάθηκαν εν Ελλάδι, ων η διοίκησις είναι αξιόλογος και ότι εν Αθήναις τα Ελγίνεια μάρμαρα θα τυχώσει της αυτής πίστης διαφυλάξεως και περιποιήσεως οίας και εν Αγγλία. Είναι δε νόστιμος ο κ. Νώουλς όταν μας αφίνει να ίδωμεν και την χρημαιτικήν άποψιν της υποθέσεως. Εις εν μέρος του άρθρου του λέγει, ότι η σημερινή αξία των μαρμάρων υπολογίζεται εις εκατομμύρια, και εις άλλο πάλιν μέρος ομολογεί, ότι δια να τα αποκτήση ο λόρδος Έλγιν εξώδευσε 14.000 λίρες. Τι καλή δουλειά!
Δεν αναγράφω περισσότερας εκ των παρατηρήσεως του κ. Νώουλς. Είναι της αυτής ποιότητος και αι επίλοποι. Εξ άλλου δεν νομίζω πρέπον να τον θεωρήση τις υπεύθυνον δι' όλα όσα γράφει. Ο ανήρ εις άλλας περιστάσεις απέδεξεν ότι δεν αμοιρεί παιδείας, ορθής κρίσεως, και άλλων φιλολογικών προσόντων. Όθεν τείνω να πιστεύσω ότι πρέπει να αποδοθή το άτακτον της συνθέσεως και των κρίσεών του περί των Ελγινειών μαρμάρων εις την πνευματικήν σύγχυσιν ην τω επήνεγκεν η σκέψις ότι αι πολύτιμοι αύται αρχαιότητες - οι περικαλλείς αδάμαντες της Αττικής - ηδύναντο να ξεφύγουν από το Βλούμσβουρύ του. Το' μισολέγει ο ίδιος μετά βουκολικής απλότητος εν μια περίοδω του άρθρου του - Τι ιδέα (δεν ενθυμούμαι αν ήναι ακριβώς αυταί αι λέξεις του) ενώ έχωμεν τας ωραίας αυτάς αρχαιότητας εδώ και ειμπορεί ο λαός μας να πηγαίνη να τας θαυμάζη όποτε θέλει, τι ιδέα να τας στείλωμεν εις την άλλην άκρην της Ευρώπης!

Εν Αλεξανδρεία της Αιγύπτου, τη 27 Μαρτίου 1891

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΚΑΒΑΦΗΣ

«Νεώτερα περί των Ελγινείων μαρμάρων»
Ο θάνατος των πολιτικών ή διεθνών ζητημάτων είναι η λήθη. Ευτυχώς το ζήτημα περί αποδόσεως των Ελγινείων μαρμάρων εις την Ελλάδα δεν πέπρωται ακόμη να λησμονηθή. Πολύ δε συντείνει εις την αναζωπύρωσιν του ζητήματος η διάστασις εις την οποίαν ήλθαν επ' αυτού δύο διακεκριμένοι λόγιοι ΄Αγγλοι ο κ. Φρειδερίκος Χάρισον και ο Τζαίημς Νώουλς διευθυντής του περιοδικού ο «19ος αιών».

Εν τω Λονδινείω περιοδικώ «η Δεκαπενθήμερος Επιθεώρησιν» ο Χάρισον απήντησεν εις τας κατακρίσεις τας εκτοξευθείσας κατ' αυτού υπό του «19ου αιώνος».
Δεν θα αναγράψω όλα τα επιχειρήματα δι' ων ο κ. Χάρισον υποστηρίζει την θεωρίαν του περί αποδόσεως των μαρμάρων. Εν άρθρω καταχωρησθέντι εν τη «Εθνική» της 30ης Μαρτίου κατέδειξα ήδη την ελαφρότητα των ισχυρισμών του κ. Νώουλς. Θέλω μόνον μεταφράση επεξηγήσεις τινάς ας δίδει ο κ. Χάρισον εν τω νέω του άρθρω.
Λέγει ρητώς ότι δεν καταδικάζει απολύτως τον λόρδον Ελγιν τον υπεξαιρέσαντα τας περί ου ο λόγος αρχαιότητας, εκθέτει όμως 4 λόγους δι ων αποδεικνύεται ότι η κατοχή των μαρμάρων υπό τε του λόρδου Έλγιν πρώτον, και του αγγλικού έθνους δεύτερον, αντίκειται εις τας αρχάς του δικαίου.
«α' Ο λόρδος Έλγιν απέκτησε τα μάρμαρα του Παρθενώνος ουχί από τους Έλληνας, αλλά από τους δυνάστας αυτών Τούρκους.
β' οι Έλληνες εναντιώθησαν καθ' όσον τοις ήτο δυνατόν εις την μετακόμισιν αυτών, και ουδέποτε έπραξάν τι προς βλάβην των.
γ' Οι άνθρωποι του λόρδου Έλγιν αφήρεσαν ό,τι ήθελαν άνευ της ελαχίστης μερίμνης δια το μνημείον όπερ απεγύμνωσαν.
δ' Το βρεταννικόν έθνος απέκτησε τα Ελληνικά μάρμαρα αντί ποσού μηδαμινού». Αλλως παραδέχεται ότι ο λόρδος Έλγιν «πιθανόν εντίμως να εθεώρη ότι έσωζε δια την ανθρωπότητα τα πολύτιμα ταύτα κειμήλια».

Εις εκ των κυρίων ισχυρισμών των εναντιουμένων εις την απόδοσιν των Ελγινείων μαρμάρων είναι ότι δι’ αυτής η Αγγλία θα αναγνωρίση την αρχήν της αποδόσεως των κατά το μάλλον ή ήττον άνευ οριστικής ή ακριβούς νομιμότητος αποκτηθέντων και τότε πρέπει να γυμνωθώσιν αι αρχαιολογικοί συλλογαί της. Αλλά αυτή είναι η συνήθης υπεκφυγή εκείνων οίτινες θέλουσιν ευσχήμως να αποφύγωσιν την εκτέλεσιν γενναίας πράξεως. Φοβούνται τας συνεπείας. Αλλά τέλος πάντων ποίαι είναι αι συνέπειαι αύται; μη είναι υποχρεωμένος τις να φέρη όλα μέχρι υπερβολής; Είναι υποχρεωμένος τις να εξακολουθή εφαρμόζων μιαν αγαθήν αρχήν μέχρις ότου δια της καταχρήσεως καταστή μωρά; Κατά την λογική ταύτην λοιπόν δεν πρέπει ποτέ να ελεή τις πτωχόν διότι αν ήτο να ελεήση όλους τους πτωχούς του κόσμου ήθελε καταντήση χιλιάκις πτωχότερος του πτωχοτέρου; Εξ άλλου η συνέπεια αυτή της γενικής αποδόσεως δεν απορρέει εκ της αποδόσεως των Ελγινείων μαρμάρων. Ο κ. Χάρισον, προς απόδειξην τούτου, επαναλαμβάνει όσα έγραψε πέρυσι επί του αντικειμένου. Ο κ. Νώουλς, λέγει, δαπανά πολλήν εύκολον ρητορικήν αριθμών διάφορα έργα ελληνικής τέχνης κατεχόμενα υπό της Αγγλίας, και ερωτά εάν πρέπει και αυτά να επιστραφούν. «Βεβαίως όχι! Εποίησα διάκρισιν φανερωτάτην. Έγραψα τα Ελγίνεια μάρμαρα διαφέρουσιν ολοτελώς από όλα τα άλλα αγάλματα. Δεν είναι αγάλματα. Είναι τεμάχια μοναδικού μνημείου, του περιφημοτάτου εν τω κόσμω μνημείου, όπερ είναι το εθνικόν σύμβολον και το παλλάδιον γενναίου λαού και χώρος προσκυνήσεως δια την πολιτισμένην ανθρωπότητα... Εις το ελληνικόν έθνος την σήμερον τα ερείπια της Ακροπόλεως είναι πολύ σπουδαιότερα και ιερώτερα αφ' ό,τι είναι οιονδήποτε άλλο εθνικόν μνημείον εις οιονδήποτε άλλον ναόν. Είναι το εξωτερικόν και ορατόν μνημείον της εθνικής υπάρξεως και αναγεννήσεως... Δεν υπάρχει παράδειγμα εν τω κόσμ όλω ενός έθνους διατηρούντος, ουχί δια κατακτήσεως αλλά δια προσφάτου αγοράς από δυνάστην, τα εθνικά σύμβολα άλλου έθνους. Εάν ο πρέσβυς μας είχεν αγοράση από τον Βίσμαρκ, ότε οι Γερμανοί ήσαν εν Παρισίοις, τους εν Αγίω Διονυσίω τάφους των βασιλέων, τον τάφον του Ναπολέοντος... Πιστεύω ότι κάπως θα ωμιλείτο παραπάνω το πράγμα και ίσως ο κ. Νώουλς δεν θα είχεν όρεξιν να τραγουδή το «Βασίλευε Βρεττανία» επί τόνου τόσον προκλητικού.

Ιδού τι φρονεί περί της ασφαλείας ης απολαύσουσι τα Ελγίνεια μάρμαρα εν Αθήναις:

Η Ακρόπολις είναι άριστα προφυλαγμένη. Δεν είναι ολιγώτερον ασφαλής του Βρετανικού Μουσείου. «Αι Αθήναι την σήμερον είναι καλλιτεχνική σχολή όλων των εθνών, και αφ' ότου ηνεώχθη ο σιδηροδρομος Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινουπόλεως έχουσιν όσους επισκέπτας και η Βενετία ή η Φλωρεντία. Είναι επίσης πλησίον της Ευρώπης της κειμένης προς νότον ή προς ανατολάς του Μονάχου όσον και το Λονδίνον. Η ιδέα την οποίαν φαίνεται ότι έχη ο κ. Νώουλς περί των Αθηνών ως μέρος τι απώτατον και άγριον, ομοιάζον το Βαγδάτιον όπου Αλβανοί και μεθυσμένοι ναύται κτυπώνται, όπου οι δρόμοι είναι είδος Πέττικοτ Λαίων και Ουαϊτσάπελ, και όπου κάποτε φθάνει εις μιλόρδος μετά του δραγομάνου του και των σκηνών του, πηγάζει από τα ταξείδια της ενότητός του. Ας ερωτήση κανένα όστις ήτο εκεί τελευταίως και θα απορήση να μάθη ότι αι Αθήναι είναι τώρα μια πόλις επίσης πολιτισμένη, τακτική, ανεπτυγμένη και πλήρης ευφυών επισκεπτών, όσον οιαδήποτε πόλις της Γερμανίας, Ιταλίας ή Γαλλίας. Ως κέντρον αρχαιολογικών σπουδών... αι Αθήναι είναι σχολή πολύ σπουδαιότερα του Λονδίνου».

Εις τας αυθαδείας του κ. Νώουλς περί του Ελληνικού έθνους απαντά ο κ. Χάρισον δια των εξής:

«Αναμφιβόλως οι φανατικοί φιλέλληνες εξέφρασαν ποτέ πολλάς ανοησίας, αλλ' η Ελλάς είναι τώρα ανεγνωρισμένον και ανεξάρτητον έθνος της Ευρώπης. Εάν δε την συγκρίνωμεν προς την Πορτογαλίαν, την Βραζιλίαν, ακόμη και την Τουρκίαν και την Ρωσσίαν, η ευφυία, το βάσιμον και η πρόοδός της ουδόλως είναι άξια περιφρονήσεως... Το Ελληνικό έθνος είναι νέον. Αι δυσκολίαι του είναι μεγάλαι, και η πολιτική του είναι άστατος, ως είναι η πολιτική μεγαλυτέρων εθνών άτινα έτυχον μικροτέρας πείρας. Με όλα ταύτα όμως το να προσφερθώμεθα προς το ελληνικόν έθνος ως προς άτακτα παιδιά τα οποία πρέπει να προσέχωμεν να μην κάμουν ανοησίας ή να μη χαλνούν τα πράγματα, να λέγωμεν ότι δεν δυνάμεθα να τους εμπιστευθώμεν τα ίδια των εθνικά μνημεία, να λέγωμεν ότι ήθελαν τα πωλήση εις την Αμερικήν είναι παράδειγμα βλακώδες και πρόστυχον της αυθαδείας των Τζων Μπουλ».

Εν άλλω μέρει του άρθρου του ο κ. Χάρισσον παρατηρεί μετ' ευχαριστήσεως ότι πολλοί σπουδαίοι άνδρες και σπουδαία φύλλα ενέκριναν την πρότασίν του.

«Η Σημαία» ήτο η πρώτη σπεύσασα εν κυρίω άρθρω να εγκρίνη την πρότασιν και τον άρθρον έκαμεν εντύπωσιν εν Ελλάδι... Υπήρξαν... οι υποστηρίξαντες εκάστην λέξιν μου. Αριστον άρθρον εμφορούμενον υπό του αυτού πνεύματος εφάνη εν τω Daily Graphic, και διάφορα άλλα φύλλα, εν τε Αγγλία και εν τη αλλοδαπή, ενέκριναν την έκκλησίν μου. κ. Ξάου - Λεφέβρ, εν πολυτιμω άρθρω επί της σημερινής Ελλάδος, προσετέθη εις την αυτήν πολιτικήν, και πιστεύω ότι υποστηρίζεται εν αυτή και υπό άλλων μελών της Βουλής... Δύο εντιμότατοι και σπουδαίοι πολιτικοί σύλλογοι, άνευ κομματικής αποχρώσεως απευθύνθησαν προς εμέ με τον σκοπόν να ενεργήσωμεν διάβημα τι εν τη Βουλή ή αλλαχού.

Παρά τας διαβεβαιώσεις ταύτας, δεν πιστεύω η Ελλάς να έχη πολλήν τύχην να επανίδη τας ωραίας γλυφάς του Παρθενώνος. Το κόμμα το οποίον εναντιούται εις την απόδοσιν των Ελγινείων μαρμάρων είναι πολυάριθμον. Οσοι θέτουσι τον εγωισμόν υπεράνω της γενναιότητος ανήκουσι εις το κόμμα εκείνο - οι δε τοιούτοι άνθρωποι είναι πολλοί και εν Αγγλία, ως δυστυχώς είναι πολλοί πανταχού».
Οπως και αν έχη - είτε επιτύχη ο αγών περί αποδόσεως των Ελγινείων μαρμάρων είτε αποτύχη - εις τον Φρειδερίκον Χάρισσον οφείλεται ευγνωμοσύνη και τιμή, ου μόνον εκ μέρους των Ελλήνων, αλλά και εκ μέρους πάντων των ανεπτυγμένων ανθρώπων ως ο προσήκων μισθός των θαρραλέως τα ορθά λεγόντων.
Εφ. «Εθνική», έτος Β' αριθμ. 117
Εν Αθήναις Δευτέρα 29 Απριλίου 1891
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης


Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Το ιδανικό του Νεοέλληνα

... Το κύριο χαρακτηριστικό της ιδεολογίας του ελληνικού κράτους σε όλον τον 19ο αιώνα ήταν η απόρριψη του πρόσφατου παρελθόντος της οθωμανικής κατοχής και η προσπάθεια για μεταμόρφωση της βαλκανικής και ανατολίτικης ελληνικής κοινωνίας σε δυτικοευρωπαΐκή. Η προσπάθεια αυτή είναι φανερή σε όλους τους τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, π.χ. στη νομοθεσία, στα σχολικά προγράμματα, στους πολιτικούς προσανατολισμούς και τις διεθνείς σχέσεις, στη λογοτεχνία και στις καλές τέχνες.
Το ιδανικό του νεοέλληνα έγινε η μεταμόρφωσή του από ανατολίτη σε Ευρωπαίο, ο μετασχηματισμός του από χωρικό σε αστό, η "μεταφύτευσή" του από το χωριό στην πόλη, η ανέλιξη και ένταξή του στην αρχικά ολιγάριθμη τάξη των μη χειρωνακτών αστών, που συνέπιπτε σε μεγάλο βαθμό με την άρχουσα τάξη του νεοσύστατου κράτους.
Η μέθοδος και ο τρόπος για την επίτευξη της ποθητής κοινωνικής μεταμόρφωσης ήταν η εκπαίδευση, η εγγραμματοσύνη, τα "γράμματα". Το κρατικό εκπαιδευτικό σύστημα ήταν ακριβώς το στοιχείο, που διαφοροποιούσε την προσανατολισμένη προς τη Δύση κοινωνία του ελληνικού κράτους από τις παραδοσιακές κοινότητες των ελληνοφώνων περιοχών, που βρίσκονταν κάτω από την τουρκική κατοχή. Για όποιον τα αποκτούσε, τα "γράμματα", του εξασφάλιζαν την ένταξή του στην αστική τάξη, μια θέση στην κρατική διοίκηση, ένα επάγγελμα στην πρωτεύουσα του νομού ή την πρωτεύουσα του κράτους, πράγματα που τον διαφοροποιούσαν ριζικά από όποιους δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο. [...]

Γ. Μ. Σηφάκης, "Ανωτάτη Παιδεία. Πώς φθάσαμε στο αδιέξοδο", Οικονομικός Ταχυδρόμος, Νοέμβριος 1987

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009

Η Δίκη της Λαμίας


Κύριοι ένορκοι.Γνωρίζω και συμμερίζομαι την αγωνίαν σας. Συμμερίζομαι την δοκιμασίαν της ψυχής σας. Κινείσθε μέσα εις μίαν ατμόσφαιραν προκαταλήψεων και παθών. Για να διατηρήσετε τον όρκον σας, πρέπει να παλαίσετε με τον εαυτόν σας. Αλλά υπάρχει μια νίκη, η οποία είναι μεγαλυτέρα από κάθε άλλην. Είναι η νίκη εναντίον των παθών και των αδυναμιών μας, η νίκη του εαυτού μας. Και είναι η Νίκη, την οποίαν οφείλετε σήμερον να νικήσετε.
Επειδή η δίκη, η οποία διεξάγεται δεν είναι μόνον δίκη των κατηγορουμένων. Είναι δίκη Δικαιοσύνης. Είναι δίκη της Ελλάδος! [...]
Την στιγμήν κατά την οποίαν, εις την αίθουσαν της διασκέψεως, θα δίδετε την ψήφον σας δια την τύχην των κατηγορουμένων, την στιγμήν εκείνην την ιεράν, ενθυμηθείτε: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΑΣ ΚΡΙΝΕΙ!
Λαμία, 22 Ιουνίου 1922, Αγόρευση του Γ. Παπανδρέου στη "Δίκη της Λαμίας" (Γ. Παπανδρέου, "Κείμενα", τμ. 1ος, σσ.142-157)

Πολιτικός λόγος Ε. Βενιζέλου

Συμπολίται,
Γνωρίζετε ποια υπήρξαν τα αίτια, τα οποία προκάλεσαν την εξέγερσιν του παρελθόντος έτους, επομένως δεν έχω ανάγκην να υπομνήσω αυτά εις υμάς δια μακρών [...]
Κυβέρνησις καταναλίσκουσα το πλείστον της δραστηριότητός της ουχί εις προαγωγήν των δημοσίων συμφερόντων, αλλ' εις την ικανοποίησιν, ως επί τα πολλά αθεμίτων αξιώσεων, δι' ων διενεργείται η συναλλαγή μεταξύ εκλογέως και βουλευτού αφ' ενός, μεταξύ βουλευτού και Κυβερνήσεως αφ' ετέρου, ήτις Κυβέρνησις δια τούτο, πλην του προέδρου αυτής, απετελείτο, ως επί τα πολλά, ουχί εκ των ικανωτάτων προς εξυπηρέτησιν του δημοσίου συμφέροντος, αλλ' εκ των επιτηδειοτάτων, όπως εξυπηρετήσωσι τας ανάγκας της συναλλαγής. Αντιπολίτευσις εις ουδέν συνήθως άλλο αποβλέπουσα ή την κάλυψιν της Αρχής, χάριν της οποίας εθυσιάζετο πολλάκις πάσα άλλη αρχή και κάθε άλλο συμφέρον του Κράτους. Νόμος αποβάς ιστός αράχνης, δυνάμενος μεν να συλλαμβάνη τους ασθενεστέρους, αλλά κατασχιζόμενος θρασέως από πάντα ισχυρόν. [...]
"Τα κείμενα του Ελευθερίου Βενιζέλου, 1909-1935", τμ.Α΄, Αθήνα, 1981, σ. 174

Για τον Κωστή Παλαμά ...

Ποιοι φιμώνουν τους ποιητές, Κ. Γεωργουσόπουλου,εφημ ΤΑ ΝΕΑ, 17/5/2007:

 .... Ό,τι καταγγέλλει ο Παλαμάς φαίνεται να έχει ταριχευτεί ως πτώμα που διαπλέει ασαβάνωτο τον ποταμό του χρόνου. Ο Παλαμάς γράφει τα αναρχικά αυτά του κείμενα όταν είναι ήδη 53 ετών, καταξιωμένος Δάσκαλος και στη συνείδηση πολλών Ποιητής του Γένους (για να μην αναφερθώ στον τετριμμένο όρο «Εθνικός Ποιητής»). Σ΄ αυτή την ηλικία έχει γράψει τα μείζονα ποιήματά του και τα λυρικά και τα επικολυρικά και τα επικά του συνθέματα. Έχει αναπτύξει όλο το εύρος της «πρωτεϊκής» του προσωπικότητας. Από τα ελεγεία του «Τάφου» στην ανοιχτωσιά της συλλογής «Τα μάτια της ψυχής μου» και από το αναρχικό «Γιούχα και πάλι γιούχα των Πατρίδων» του «Δωδεκάλογου του Γύφτου» στην παπαρρηγοπούλειας έμπνευσης «Φλογέρα του Βασιλιά», όπου κόντρα στη διεθνή απαξίωση του Βυζαντίου από λόγιους και ιστορικούς αποπειράται την ιστορική ενότητα του Ελληνισμού από τον Όμηρο ώς τον Βουλγαροκτόνο!...
Περισσότερα στο άρθρο: http://www.tanea.gr/default.asppid=30&ct=19&artid=22390&enthDate=19052007

Χρωστάμε σε όσους ήρθαν, ...

Χρωστάμε
σε όσους ήρθαν,
πέρασαν,.
θα 'ρθούνε,
θα περάσουν.
Κριτές θα μας δικάσουν
οι αγέννητοι, οι νεκροί.
Κωστής Παλαμάς ...



Κάθε γενιά μας "δανείζει" και την "δανείζουμε". Ελπίδες και όνειρα για μια κάλτσα και πολλά γράμματα οδήγησαν την γενιά της δεκαετίας του '50 στην ιδεολογία της απαξίωσης,της άρνησης,της απόρριψης ή της οσφυοκαμψίας. Τι έγιναν αυτά τα παιδιά; Τι έβαλαν στο γάλα τους και στα εμβόλια που μαζικά τους έκαναν στα σχολεία και απεμπόλησαν φιλότιμο και κέφι;